Ενημερωτικό Σημείωμα για το Ασφαλιστικό,τις συντάξεις,τα αναδρομικά, τις διεκδικήσεις μας

Από το 1992, άρχισαν να …σώζουν το Ασφαλιστικό

Η επίθεση στο ασφαλιστικό ξεκίνησε από το 1992 με τον ν.2084/92 (νόμος Σιούφα) και συνεχίζεται μέχρι σήμερα υλοποιώντας την στρατηγική των κεφαλαιοκρατών, της ΕΕ για την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας απέναντι στα άλλα οικονομικά κέντρα, με δεκάδες νόμους που ψηφίστηκαν για να σώσουν δήθεν το ασφαλιστικό σύστημα για τις επόμενες γενιές.
Τελικός σκοπός τους βέβαια είναι η κεφαλαιοποίηση του ασφαλιστικού συστήματος με τη δημιουργία των τριών πυλώνων, η ιδιωτικοποίηση του, η μείωση του χρόνου απονομής σύνταξης σύμφωνα με το προσδόκιμο ζωής και βασικά, η μείωση της μικτής δημόσιας συνταξιοδοτικής δαπάνης στο 11,6% του ΑΕΠ από το 15,6% που ήταν το 2018. Αυτά τα σχέδια αποτυπώνουν οι πρόσφατες προτάσεις της επιτροπής Πισσαρίδη και οι δηλώσεις του πρωθυπουργού στη ΔΕΘ για νέο ασφαλιστικό με βάση αυτές τις προτάσεις.

…και ο πέλεκυς πιάνει δουλειά το 2011

Η μεγαλύτερη μείωση του εισοδήματος των συνταξιούχων επιβλήθηκε στην περίοδο της καπιταλιστικής κρίσης 2010-2020 από όλες τις κυβερνήσεις, κύρια με τους ν. 4024/2011, 4051/2012 και 4093/2012 που επέφεραν κατάργηση των δώρων, μεγάλες μειώσεις στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, στα μερίσματα κλπ.

Οι νόμοι αυτοί συμφωνήθηκαν και κυρώθηκαν από τις κυβερνήσεις και συγκυβερνήσεις των ΠΑΣΟΚ- ΝΔ- ΣΥΡΙΖΑ και των άλλων μικρότερων αστικών κομμάτων, κατ’ απαίτηση των δανειστών σε συμφωνία με την τρόικα, με στόχο την αποφυγή της χρεοκοπίας, την αποπληρωμή των δανείων και την έξοδο από την κρίση υπέρ του μεγάλου κεφαλαίου.

Οι νόμοι κρίνονται Αντισυνταγματικοί

Το Συμβούλιο της Επικρατείας (ΣτΕ) με τις αποφάσεις 2287 και 2288 στις 10-6-2015 έκρινε τους νόμους 4051/2012 και 4093/2012 αντισυνταγματικούς και δικαίωνε όλους τους συνταξιούχους, δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για επαναφορά των συντάξεων στα επίπεδα πριν τους νόμους αυτούς, καθώς και την επιστροφή των 13ης και 14ης σύνταξης. Η απόφαση ήταν κατά πλειοψηφία όπως και όλες οι επόμενες αποφάσεις του ΣτΕ, του Ελεγκτικού Συνέδριου, καμιά δεν ήταν ομόφωνη, για λόγους που προφανώς κρύβουν αντιφάσεις και τακτικισμούς και στα πλαίσια των κυβερνητικών επιλογών, ή στενά συντεχνιακά συμφέροντα κάποιων κύκλων. Θυμίζουμε πως από την πρώτη στιγμή το αγωνιστικό κίνημά μας απαίτησε από την τότε κυβέρνηση την εφαρμογή των αποφάσεων του ΣτΕ, χωρίς βέβαια να εγκαταλείπουμε τη δράση για την διεκδίκηση των αιτημάτων μας.

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ καλύπτει το όποιο κενό με τον ν.Κατρούγκαλου

Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ενώ είχε την απόφαση του ΣτΕ στα χέρια της και τη δυνατότητα να επαναφέρει το συνταξιοδοτικό καθεστώς στα προηγούμενα επίπεδα – αποτελούσε και προεκλογική δέσμευση του ΣΥΡΙΖΑ – καταργώντας αυτούς τους νόμους, επί 11 μήνες, δηλ. από 10-6-2015 έως 12-5-2016, όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά ψήφισε το ν. 4387/2016 (νόμος Κατρούγκαλου), που κατοχύρωσε συνταγματικά όλες τις περικοπές των προηγούμενων νόμων και πρόσθεσε και νέα αντιασφαλιστικά μέτρα, γι’ αυτό και ονομάστηκε από το εργατικό κίνημα νόμος–λαιμητόμος.
Για το 11μηνο αυτό δημιουργήθηκε ένα νομικό κενό , για το οποίο όμως ίσχυαν οι ανωτέρω αποφάσεις του ΣτΕ, δηλαδή οι κρατήσεις που γίνονταν από τις κύριες και επικουρικές συντάξεις, καθώς και οι περικοπές των δώρων και επιδομάτων αδείας ήταν παράνομες και τα ποσά που αντιστοιχούσαν στις κρατήσεις αυτές έπρεπε να επιστραφούν στους συνταξιούχους. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ δεν υλοποίησε ούτε αυτή την υποχρέωση. Όλη αυτή η υπόθεση ονομάστηκε «επιστροφή αναδρομικών» και την εκμεταλλεύτηκαν μεγάλα δικηγορικά γραφεία, που με την προτροπή ορισμένων εργατολόγων – ΜΜΕ – συμβιβασμένων συνδικαλιστικών ηγεσιών σε Συνταξιουχικά σωματεία, αλλά και κάποιων λεγόμενων συνδικαλιστών ώθησαν χιλιάδες συνταξιούχους να καταθέσουν αγωγές, διεκδικώντας την επιστροφή αυτών των ποσών.

Μαζική προτροπή για καταθέσεις αγωγών στα δικαστήρια

Η αποπροσανατολιστική αυτή μεθόδευση προωθήθηκε στην αρχή και με την έμμεση συμφωνία των κυβερνήσεων γιατί αφ’ ενός τις βόλευε, δίνοντάς τους χρόνο να καθυστερούν την υλοποίηση της υποχρέωσής τους, αφ’ ετέρου να κρύβουν τις ευθύνες τους, ενώ επικέντρωνε το ενδιαφέρον της μεγάλης μάζας των συνταξιούχων μόνο στην επιστροφή των αναδρομικών αυτών μειώνοντας έτσι τον πήχη των διεκδικήσεων.

Σε αντίθεση με την τακτική αυτή το αγωνιστικά προσανατολισμένο συνταξιοδοτικό κίνημα πάλεψε με επιμονή και τη οργάνωση μεγάλων αγωνιστικών κινητοποιήσεων, διεκδικώντας το σύνολο των αιτημάτων του, όπως αποτυπώθηκε στο διεκδικητικό πλαίσιο της Συντονιστικής Επιτροπής Αγώνα (ΣΕΑ), αλλά και την ικανοποίηση αυτού του αιτήματος.

Η ΣΕΑ, με μεγάλες αγωνιστικές κινητοποιήσεις πανελλαδικά πέτυχε:

Οι κυβερνήσεις αναγκάστηκαν, κάτω από την πίεση αυτών των αγώνων να επιστρέψουν ορισμένα από όσα μας πήραν, όπως

  • τα παρακρατηθέντα για την υγεία,
  • την εισφορά αλληλεγγύης στις επικουρικές,
  • τα 350 ευρώ με την ψήφιση του άρθρο 120 του ν. 4611/2019 που ονόμασαν 13η σύνταξη,
  • την μη παρακράτηση της προσωπικής διαφοράς,
  • την μη εφαρμογή της μείωσης του αφορολόγητου,
  • την επιστροφή της αύξησης της επικουρικής σύνταξης στα επίπεδα του 2014,
  • την αύξηση του συντελεστή απονομής στις συντάξεις χηρείας στα 70% από 50%.

Όλα τα παραπάνω τα πήραν όλοι οι συνταξιούχοι που τα δικαιούντο και όχι μόνο αυτοί που είχαν κάνει αγωγές, όπως θέλουν να ισχυρίζονται οι παρατρεχάμενοι της κυβέρνησης και των δικηγορικών γραφείων.

Μια Δικαιοσύνη όχι και τόσο «τυφλή»…  

Όλα τα αστικά δικαστήρια (Ευρωπαϊκό, ΣτΕ, Άρειος Πάγος, Ελεγκτικό Συνέδριο) επικυρώνουν τις κυβερνητικές πολιτικές αποδεχόμενα τους λόγους που προβάλλουν οι κυβερνήσεις όταν ψηφίζουν αντιλαϊκούς νόμους. Ιδιαίτερα στη δεκαετία αυτή της οικονομικής κρίσης, τα δικαστήρια αυτά υιοθετούσαν χωρίς δεύτερη σκέψη την αιτιολόγηση των προβληματικών δημοσιονομικών μεγεθών, τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες, τις έκτακτες ανάγκες κλπ.
Για παράδειγμα το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΓΔΕΕ), ένα εκ των δύο Σωμάτων της ΕΕ, αποφάσισε για αγωγές Ελλήνων συνταξιούχων, οι οποίοι είχαν προσφύγει σ’ αυτό αναφορικά με τις περικοπές λόγω γήρατος στις κύριες και επικουρικές πάνω από 40% πως:

«……. Τα μέτρα με σκοπό τη μείωση του ποσού των συντάξεων ανταποκρίνεται εν προκειμένω σε σκοπούς γενικότερου συμφέροντος, ήτοι στη διασφάλιση δημοσιονομικής εξυγίανσης, στη μείωση των δημοσίων δαπανών και στη στήριξη του συνταξιοδοτικού συστήματος της Ελλάδας. Κατά συνέπεια τα μέτρα αυτά ανταποκρίνονται επίσης και σε σκοπούς γενικού συμφέροντος που επιδιώκει η Ευρ. Ένωση ήτοι στη διασφάλιση της δημοσιονομικής πειθαρχίας των κρατών-μελών που έχουν νόμισμα το ευρώ και στη διασφάλιση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας της ζώνης του ευρώ. Για τους λόγους αυτούς το Γενικό Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απορρίπτει ΣΥΝΟΛΙΚΑ την αγωγή».(Αθάνατο … «Ευρωπαϊκό Κεκτημένο»!…)

Αποφάσεις του ΣτΕ που μένουν στα χαρτιά!

Επίσης δεν πρέπει να μας διαφεύγει το γεγονός πως οι αποφάσεις του ΣτΕ, δεν υποχρεώνουν τις κυβερνήσεις να ακυρώσουν τα αντεργατικά μέτρα, να επιστρέψουν πχ τις συντάξεις, αλλά να διορθώσουν τους νόμους στα σημεία, που πιθανόν θα κριθούν αντισυνταγματικά. Στη βάση αυτή η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ- ΑΝΕΛ ψήφισε το ν. 4387/16 που κάλυψε με συνταγματικότητα τα κενά των νόμων Βρούτση του 2012 και  επισημοποίησε τις περικοπές που αυτοί επέβαλαν. Το ΣτΕ με τις επόμενες αποφάσεις του το 2019 έκρινε συνταγματικές τις ρυθμίσεις του ν. 4387/16 και το θέμα αντισυνταγματικότητας των ν. Βρούτση έληξε εκεί. Ισχύει δηλαδή αυτό που λέμε πως τελικά όλες οι αποφάσεις εφαρμόζονται, αλλάζουν ή ακυρώνονται με πολιτικές αποφάσεις και νομοθετήματα των κυβερνήσεων. Οι ελάχιστες αποφάσεις του ΣτΕ που έκριναν αντισυνταγματικές κάποιες διατάξεις νόμων, πάρθηκαν επειδή υπήρξε μεγάλη αγωνιστική αντίδραση και πίεση του συνταξιουχικού κινήματος.
Η τελευταία απόφαση του ΣτΕ 1439/2020 στηρίχτηκε στη βάση των αποφάσεών του 2015 και έκρινε πως οι συνταξιούχοι που προέρχονται από τον ιδιωτικό τομέα δικαιούνται την απόδοση των παράνομα παρακρατηθέντων από τις κύριες, επικουρικές συντάξεις, τα δώρα  και το επίδομα αδείας στο επίμαχο 11μηνο.

Εφαρμογή αλά καρτ, αποφάσεων του ΣτΕ

Η κυβέρνηση πιεζόμενη αντίστοιχα και όχι επειδή την υποχρέωσε η απόφαση του ΣτΕ, με πολιτική απόφαση και τροπολογία στη Βουλή, νομοθέτησε να δοθούν σε όλους όσους είχαν περικοπές από τους νόμους αυτούς για το 11μηνο μόνο στις κύριες συντάξεις, αφήνοντας έξω την απόδοση των οφειλόμενων από τις περικοπές των επικουρικών και των δώρων και επιδομάτων αδείας, πράγμα που αποδείχνει πως μια δικαστική απόφαση, ακόμα και αυτού του επιπέδου δεν την υποχρεώνει να την υλοποιήσει, παρά μόνο στο βαθμό που εκείνη θέλει. Είναι ζήτημα πολιτικής βούλησης και μόνο, κι αυτή μπορεί να προέλθει, μερικά ή γενικά, από την αγωνιστική παρέμβαση.
Για τους συνταξιούχους του Δημοσίου αναμένεται αντίστοιχη απόφαση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ενώ η κυβέρνηση δεσμεύτηκε πως θα εφαρμόσει και γι’ αυτούς την ίδια διορθωτική ρύθμιση αυτής της τροπολογίας.

Σχετικά με το νέο κύμα προσφυγών στα δικαστήρια

Όμως επειδή ήδη ένα νέο κύμα προσφυγών συναδέλφων στα δικαστήρια ξεσηκώνεται από τους ίδιους κερδοσκόπους καλοθελητές (δικηγόροι και διάφορα «δίκτυα») επισημαίνουμε τα παρακάτω:
1) Θεωρούμε πως νέες προσφυγές στα δικαστήρια, δεν θα μπορούν να προσθέσουν κάτι καινούργιο, αφού οι όποιες αποφάσεις των πρωτοβάθμιων, στην καλύτερη περίπτωση απλά θα επαναλαμβάνουν την απόφαση του ΣτΕ και τίποτα παραπάνω, δεν θα επιφέρουν κάποια παραπανίσια νομική – πολιτική δέσμευση στην κυβέρνηση.
2) Αν υπολογίσουμε πως για την εκδίκαση ενός ποσοστού 8-10% των κατατεθειμένων (περίπου 300.000) πρώτων αγωγών από το 2012 χρειάστηκαν 7 χρόνια, μπορούμε να φανταστούμε πόσα χρόνια θα χρειαστούν για να εκδικαστούν και οι επιπλέον 1.200.000 αγωγές που θα κατατεθούν από τώρα και μετά.
3) Μέχρι σήμερα, καμιά απόφαση Πρωτοβάθμιων Δικαστηρίων δεν έχει υλοποιηθεί από τις κυβερνήσεις, ούτε για τις πιθανές θετικές νέες θα υποχρεωθούν να το κάνουν.
Έτσι ανεκτέλεστες έχουν μείνει χιλιάδες αποφάσεις από Πρωτοδικεία, οι αποφάσεις του ΣτΕ 2287 & 2288/2015 και 1493/2020, καθώς και ανάλογη Απόφαση Ελεγκτικού Συνεδρίου του 2017 για το Δημόσιο.
4) Η διαδικασία αυτή θα αποτελέσει αφ’ ενός μια καλή δικαιολογία για την (όποια) κυβέρνηση να αρνείται να υλοποιήσει την πραγματική υποχρέωση που έχει απέναντι στους συνταξιούχους, ή από την άλλη να προκαλέσει και πάλι μια νέα πιλοτική δίκη του ΣτΕ, που όμως αυτή τη φορά θα δικαιώσει την κυβέρνηση και θα την απαλλάξει οριστικά από την υποχρέωση αυτή. Κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες ήδη σκέφτεται να κάνει.

Τι προβλέπει η τροπολογία που ψήφισε η κυβέρνηση

Η τροπολογία που ψήφισε η κυβέρνηση για την μερική υλοποίηση της απόφασης του ΣτΕ προβλέπει:

α. Ποσά, τα οποία αντιστοιχούν σε περικοπές και μειώσεις κύριων συντάξεων συνταξιούχων του ιδιωτικού τομέα οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης, οι οποίες επιβλήθηκαν κατ’ εφαρμογή του άρθρου 6 παρ. 1 του ν. 4051/2012 (Α΄ 40) και του άρθρου πρώτου παρ. ΙΑ υποπαρ. ΙΑ.5 περ. 1 του ν. 4093/2012 (Α΄ 222) και αφορούν το χρονικό διάστημα από 11.6.2015 και μέχρι τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 (Α΄ 85), καταβάλλονται άτοκα στους δικαιούχους.
β. Με κοινή απόφαση των Υπουργών Οικονομικών και Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ρυθμίζονται ο τρόπος, η διαδικασία και οι λεπτομέρειες καταβολής των προς επιστροφή ποσών, η οποία ολοκληρώνεται εντός έξι (6) μηνών από τη δημοσίευση του παρόντος.
γ. Με την καταβολή των ποσών της παρ. 1 οι αξιώσεις των συνταξιούχων των οργανισμών κοινωνικής ασφάλισης για ποσά που αντιστοιχούν σε περικοπές, μειώσεις και καταργήσεις κύριων, επικουρικών συντάξεων, επιδομάτων αδείας και εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα, κατά το χρονικό διάστημα από 11.6.2015 έως τη δημοσίευση του ν. 4387/2016 δυνάμει των νόμων 4051/2012 και 4093/2012, αποσβέννυνται.

Ψευτοδίλημμα και εκβιασμός ότι «χάνεται» το δικαίωμα διεκδίκησης

Δηλαδή όσοι αποδεχτούν την απόδοση των παρακρατηθέντων από τις κύριες συντάξεις «χάνουν» το δικαίωμα να τα διεκδικήσουν. Η τροπολογία δεν αναφέρεται συγκεκριμένα σε δικαίωμα δικαστικής προσφυγής, αλλά γενικά σε διεκδίκηση (αξίωση). Η κυβέρνηση γνωρίζοντας την εξέλιξη των δικαστικών διαδικασιών ή έχοντας κατά νου άλλα σχέδια, όπως τα αναλύουμε παραπάνω, δεν ενδιαφέρεται τόσο για την δικαστική διεκδίκηση όσο για την αγωνιστική. Αυτή προσπαθεί να εμποδίσει, θέτοντας μπροστά στο κίνημα μια τέτοια απαγορευτική διάταξη, αλλά και να οχυρωθεί η ίδια πίσω από αυτά τα νομικίστικα, φραστικά τερτίπια. Στο κίνημα όμως εμπόδιο δεν μπορεί να μπει κανένας νόμος για την διεκδίκηση των δίκαιων αιτημάτων.

Είναι ψευτοδίλημμα και εκβιασμός η παράγραφος της τροπολογίας που ορισμένοι προσπαθούν να την ερμηνεύσουν ότι αν κάποιος πάρει τα αναδρομικά δεν έχει δικαίωμα προσφυγής, τα αναδρομικά μπορεί να τα πάρει και όποτε θέλει έχει δικαίωμα παραπέρα διεκδίκησης. Απλώς ο δρόμος της διεκδίκησης με νέες αγωγές οδηγεί στο ίδιο αποτέλεσμα, δικαστήρια να επαναλαμβάνουν αποφάσεις στο ίδιο μοτίβο και η κυβέρνηση με πολιτική απόφαση να μην τις εφαρμόζει.

Άρα ο αγωνιστικός δρόμος διεκδίκησης είναι μονόδρομος και επιβεβλημένος για να υποχρεώσουμε την κυβέρνηση να δώσει άμεσα απόφαση με πολιτική λύση, με την καταβολή των αναδρομικών σε όλους τους συνταξιούχους, χωρίς περικοπές και προαπαιτούμενα.

Για τι ποσά μιλάμε;

Το ποσόν για Δημόσιο και ιδιωτικό τομέα για κύριες, επικουρικές και δώρα για το 11μηνο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΕΦΚΑ και των υπουργών της κυβέρνησης ανέρχεται στα 3,9 δισ. ευρώ, εφάπαξ.

Από αυτά, αν καταβληθούν όλα, θα επιστραφούν στον κρατικό προϋπολογισμό: 20% από τη φορολόγησή τους (3,9Χ20%=780.000.000 ευρώ) και 6% από τις κρατήσεις υγείας (3,9Χ6%=187.000.00 ευρώ) ήτοι σύνολο 967.000.000 ευρώ.

Τελικά η επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού θα είναι 3.900.000.000-967.000.000= 2.933.000.000 ευρώ, όταν κάθε χρόνο κρατούν από τους συνταξιούχους 7,5 δις ευρώ.

Με την τροπολογία που αναφέρουμε παραπάνω και ψηφίστηκε, για το 2020 θα δοθούν στον ιδιωτικό τομέα για τις κύριες συντάξεις 900 εκατ. ευρώ και 500 εκατ. για τον δημόσιο τομέα, σύνολο 1,4 δις ευρώ. Για την πλήρη κάλυψη της υποχρέωσης της κυβέρνησης υπολείπονται περίπου 1.5 δισεκ. ευρώ.

Δεν αρκούμαστε στην επιστροφή ενός ελάχιστου μέρους από τα κλεμμένα,                             δεν χαρίζουμε τίποτα από όσα με τους αγώνες μας κερδίζουμε

Το συνδικαλιστικό κίνημα των συνταξιουχικών οργανώσεων που αγωνίστηκε όλα τα προηγούμενα χρόνια, χωρίς να βγάζει από το κάδρο των απαιτήσεών του κανένα αίτημα για την δικαίωσή μας, χωρίς να αποδέχεται τη λογική του «ό γέγονε, γέγονε», συνεχίζει στην ίδια αγωνιστική κατεύθυνση. Διεκδικούμε με τη δράση μας όλα όσα μας έχουν αφαιρέσει από τις συντάξεις και τα ταμεία μας. Δεν αρκούμαστε στην επιστροφή ενός ελάχιστου μέρους από τα κλεμμένα, από την άλλη δεν χαρίζουμε και τίποτα από όσα με τους αγώνες μας κερδίζουμε.
Έτσι κατοχυρώνουμε αυτά που η κυβέρνηση υποχρεώνεται να μας αποδώσει με την τροπολογία και ταυτόχρονα διεκδικούμε και απαιτούμε, για το συγκεκριμένο ζήτημα, από την κυβέρνηση την πλήρη υλοποίηση των δεσμεύσεών της. Στη συνάντηση της αντιπροσωπείας της ΣΕΑ με τους υπουργούς στις 14/12/2019 όλοι οι υπουργοί δεσμεύτηκαν για το θέμα αυτό. Ιδιαίτερα ο κ. Σταϊκούρας στις 26/7/2020 δήλωνε «… δεν υπάρχει κανένα θέμα με τους θεσμούς για την πληρωμή των αναδρομικών, καθώς δεν πρόκειται για κάποια μόνιμη αύξηση στις συντάξεις» και διαβεβαίωνε ότι «η χώρα έχει την δυνατότητα να πληρώσει τα αναδρομικά σε όλους τους συνταξιούχους» τονίζοντας πως «στόχος της κυβέρνησης είναι να μην ταλαιπωρηθούν οι συνταξιούχοι στα δικαστήρια».
Η τροπολογία της κυβέρνησης δεν αποδίδει σε 1.3 εκατομμύριο συνταξιούχους (δικαιούχους επικουρικών συντάξεων και 13ης και 14ης σύνταξης που στην πλειοψηφία τους είναι «χαμηλοσυνταξιούχοι», αφού παίρνουν κύρια σύνταξη κάτω από 1000 ευρώ) ούτε ένα ευρώ, αγνοώντας την απόφαση του ΣτΕ στο σκέλος αυτό.

Τι διεκδικούμε – τι προτείνουμε

Διεκδικούμε λοιπόν την απόδοση των 2.9 δισεκ. σε όλους τους συνταξιούχους για όλες τις περικοπές. Επειδή η κυβέρνηση ισχυρίζεται πως δεν υπάρχουν τα αναγκαία κονδύλια για κάτι τέτοιο θα καταθέσουμε την εξής πρόταση:
Τα επιπλέον 1,5 δισεκ. ευρώ που απαιτούνται μπορούν να βρεθούν από το 0,5% του ΑΕΠ, που προβλέπει ο νόμος 4670/2020 να αποδίδεται ετήσια στον ΕΦΚΑ και αντιστοιχεί σε περίπου 950 εκατ. το χρόνο.
Με βάση τη μελέτη του υπουργείου εργασίας για το 2020 θα διατεθεί το 0,28% από το 0,5% για τα προηγούμενα αναδρομικά που δόθηκαν στις επικουρικές του Ιούνιο του 2020 και αυτά που θα δοθούν για τη διόρθωση των κύριων συντάξεων (για πάνω από 30 χρόνια ασφάλισης, λόγω αύξησης του συντελεστή αναπλήρωσης). Το κόστος αυτό υπολογίζεται στα 420 εκατ. ευρώ. Άρα από τα 950 εκατ. του 0,5% του ΑΕΠ, δημιουργείται ένα υπόλοιπο περίπου 530 εκατ. για το 2020.

  • Τα χρήματα αυτά μπορούν να καλύψουν τη δαπάνη για την απόδοση στους «χαμηλοσυνταξιούχους» που είχαν κάτω από 1000 ευρώ κύρια επικουρική σύνταξη των αναδρομικών από τις επικουρικές και τις 13η και 14η συντάξεις του 11μήνου.
  • Όσον αφορά την επιστροφή των αναδρομικών από επικουρικές συντάξεις και 13η– 14η συντάξεις σε όσους είχαν πάνω από 1000 ευρώ κύριας και επικουρικής σύνταξης, η απόδοσή τους να πραγματοποιηθεί σε δύο ετήσιες δόσεις για το 2021 και 2022 με την εκταμίευση των ποσών των κονδυλίων από το 0,5% του ΑΕΠ για τα δύο αυτά χρόνια.